λήνος

λήνος
Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 408 κάτ.) στη πρώην επαρχία Κομοτηνής του νομού Ροδόπης. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 14 χλμ. Δ της Κομοτηνής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σώστου.
* * *
λῆνος, τὸ (Α)
1. έριο, μαλλί
2. δίχτυ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. ανάγεται στη συνεσταλμένη βαθμίδα *wl-nā- (με μακρό υγρό φωνήεν) τής ΙΕ ρίζας *wel- «μαλλιά, μαλλί» (πρβλ. λατ. vello «κουρεύω πρόβατα», γέλλαι, γλώσσα που παραδίδει ο Ησύχιος «κουρεύω πρόβατα», λατ. vellus «μαλλί») και συνδέεται με λατ. lāna, αρχ. ινδ. ūrnā < γοτθ. wulla (πρβλ. αγγλ. wool), λιθουαν. wilna > αβεστ. varәnā-, αρχ. σλαβ. vlŭna, όλα με την ίδια σημ. «μαλλί, έριον». Η κλίση τού τ. κατά τα σιγμόληκτα (-ος, -ους) πιθ. να μην είναι αρχαία αλλά αναλογική προς τα εἶρος, πέκος (πρβλ. λατ. lānestris)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ληνός — anything shaped like a tub masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λῆνος — wool neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνός — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 60 μ., 408 κάτ.) στη πρώην επαρχία Κομοτηνής του νομού Ροδόπης. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 14 χλμ. Δ της Κομοτηνής. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Σώστου. * * * ο (AM ληνός, ἡ και ὁ, Α δωρ. τ. λανός) μικρό κτίσμα …   Dictionary of Greek

  • ληνός — ο το πατητήρι των σταφυλιών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ληνοῖς — ληνός anything shaped like a tub masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνοί — ληνός anything shaped like a tub masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνοῦ — ληνός anything shaped like a tub masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνούς — ληνός anything shaped like a tub masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνῷ — ληνός anything shaped like a tub masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ληνόν — ληνός anything shaped like a tub masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”